- τορπίλη
- Αυτοκινούμενο υποβρύχιο όπλο με εκρηκτική γόμωση, που εκτοξεύεται από υποβρύχιο, από πλοίο επιφανείας ή από αεροσκάφος. Η πρώτη πραγματική τ. κατασκευάστηκε το 1866-68 από τον Άγγλο τεχνικό Ρόμπερτ Χουάιτχεντ, διευθυντή ενός μηχανουργικού εργοστασίου του Φιούμε, ο οποίος επέφερε ουσιώδεις τροποποιήσεις σε ένα μικρό σκάφος που είχε εφεύρει το 1860 ο Αυστριακός αξιωματικός Τζοβάνι Μπατίστα Λούπις. Το πρώτο αυτό όπλο –με μία μόνο έλικα, με κινητήρα πεπιεσμένου αέρα και έναν υποτυπώδη ρυθμιστή κατάδυσης– είχε τη δυνατότητα να διατρέξει μερικές εκατοντάδες μέτρα με ταχύτητα 6-7 κόμβων· στο πρότυπο αυτό τ. ήταν δυνατόν να τοποθετηθούν περίπου 16 Kg εκρηκτικού.
Κατά τις επόμενες δεκαετίες, με την άμεση εκμετάλλευση των συνεχών προόδων της τεχνικής, αυξήθηκαν η ταχύτητα, η αυτονομία και η εκρηκτική ισχύς της τ., ενώ βελτιώθηκε ουσιαστικά η σταθερότητα της πορείας της κατά το κατακόρυφο και οριζόντιο επίπεδο. Στον A’ Παγκόσμιο πόλεμο, εκτός από τις τ. διαμέτρου 450 χλστ., χρησιμοποιήθηκαν και τ. μήκους πάνω από 7 μ., με διάμετρο 533 χλστ., γόμωση 300 Kg, δυνατότητα διαδρομής πάνω από 10.000 μ. και με ταχύτητα 30-50 κόμβων, ανάλογα με την απόσταση. Επειδή η εκτόξευση του αέρα προκαλεί μια ευδιάκριτη γραμμή (κυρίως σε ήρεμη θάλασσα), κατά τον B’ Παγκόσμιο πόλεμο χρησιμοποιήθηκαν και τ. με ηλεκτρική πρόωση που, όπως ήταν φυσικό, είχαν σχετικά μέτρια ταχύτητα και αυτονομία. Για να αποτραπεί η ορατότητα της γραμμής αυτής (που οφειλόταν κατά το μεγαλύτερο μέρος στο άζωτο), η οποία επιτρέπει στον αντίπαλο αμυντικούς ελιγμούς, στις μη ηλεκτρικές τ. χρησιμοποιείται, π.χ. για τον κινητήρα, αέρας εμπλουτισμένος με οξυγόνο. Λίγο πριν από τον B’ Παγκόσμιο πόλεμο κατασκευάστηκαν τ. μικρότερου μήκους και βάρους, αλλά ενισχυμένης κατασκευής, που χρησιμοποιήθηκαν σε μεγάλη κλίμακα από τα αεροπλάνα για επιθέσεις εναντίον μεγάλων πλοίων τόσο σε λιμάνια όσο και στην ανοιχτή θάλασσα.
Διαμερίσματα τορπίλων σε ρώσικο πυρηνικό υποβρύχιο (φωτ. ΑΠΕ).
Εκτόξευση τορπίλης εναντίον υποβρυχίου απο ισραηλινό αντιτορπιλικό πλοίο (φωτ. ΑΠΕ).
Τορπιλλοπλάνο αγγλικό: Fairey SwordFish.
Dictionary of Greek. 2013.